Επί Τάπητος: Η ελιά στην αρχαιότητα
Αυτή την εποχή οι λέξεις “ελιές” και “ελαιόλαδο” κυριαρχούν στον τόπο μας. Όλος ο κόσμος άμεσα ή έμμεσα ασχολείται με αυτές και δικαιολογημένα.
Στις συζητήσεις φυσικά προτεραιότητα έχουν το μάζεμα και η τιμή, σε αυτή τη φάση προσωπικά θα ήθελα να συμβάλω λίγο με... ιστορία. Γιατί έχει και αυτή τη δική της σημασία στην κατανόηση για το ρόλο που έπαιξε και παίζει η ελιά σε αυτό τον τόπο από τα βάθη του χρόνου. Οδηγός ένα κείμενο που έγραψα πριν από 22 χρόνια και παρουσίασα σε ελαιοκομικό συνέδριο στην Καλαμάτα, οργανωμένο από το περιοδικό “Ελιά και ελαιόλαδο”:
Η ελιά έχει μακραίωνη ιστορία. Οι απαρχές της χάνονται
στα βάθη του χρόνου. Σε αυτή την ιστορική διαδρομή σημάδεψε τη ζωή των
λαών της Μεσογείου, περνώντας διαφορετικές φάσεις από την άποψη της
χρήσης και της αξίας των προϊόντων και των παραπροϊόντων της.
“Γεννήθηκε” αναπτύχθηκε και διαδόθηκε στη Μεσόγειο μέσα από την ανάπτυξη
των πολιτισμών στις διάφορες περιοχές της.
Πολιτισμοί που ήρθαν σε επαφή μεταξύ τους επηρεάζοντας ο ένας τον άλλον. Δεν υπάρχει πλέον καμία αμφιβολία πως η ιστορία της ελιάς αρχίζει πριν την ανακάλυψη της γραφής. Όπως επίσης δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως η ελιά ήταν γνωστή στο σύνολο των πολιτισμών που αναπτύχθηκαν αρχικά στην περιοχή. Οι θεωρίες για την προέλευση της ελιάς αλλά και τα αρχαιολογικά ευρήματα μπορούν να υποστηρίξουν αυτή την αντίληψη, καθώς μάλιστα αναδεικνύονται όλο και πιο συγκεκριμένα στοιχεία μέσα από την αρχαιολογική έρευνα στην περιοχή.
Πολλοί είναι εκείνοι που θεωρούν σαν πιθανό τρόπο προέλευσης της ελιάς την περιοχή της Συρίας και της Μικράς Ασίας πιστεύοντας ότι οι κατάφυτες με άγριες ελιές βουνοπλαγιές αποτελούν και την καλύτερη απόδειξη. Η ελιά από την περιοχή αυτή διαδόθηκε στα ελληνικά νησιά και στην υπόλοιπη Ελλάδα από τους Φωκαείς και γύρω στο 600 π. Χ. στην Ιταλία, τη Σικελία και τη Σαρδηνία και μετά στις υπόλοιπες μεσογειακές χώρες. Η άλλη εκδοχή θεωρεί ότι η ελιά προέρχεται από την Αβησσυνία και την Αίγυπτο. Αποδεδειγμένα καλλιεργήθηκε συστηματικά από τους σημιτικούς λαούς και διαδόθηκε στην Κύπρο και στα βόρεια παράλια της Αφρικής από τους Φοίνικες. Πηγές από την αιγυπτιακή βιβλιογραφία μαρτυρούν ότι στην Αίγυπτο εκαλλιεργείτο η ελιά πριν από πολλά χρόνια.
Γύρω στο 2000 π.Χ. όμως, οι ελαιώνες για άγνωστο λόγο εξαφανίστηκαν. Η μετακίνηση πληθυσμών προς τα παράλια της Κρήτης, ίσως έφερε μαζί της την ελιά και την καλλιέργειά της. Στην Ισπανία η ελιά έφθασε μέσα από δύο δρόμους: Τον ελληνορωμαϊκό και τον σημιτικό. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ορισμένες ποικιλίες ελιάς στη χώρα αυτή έχουν ονομασίες λατινικές και άλλες αραβικές.
Στους Εβραίους η ελιά ήταν γνωστή πριν το 1500 π.Χ. αφού
ανάμεσα στα αγαθά της γης Χαναάν που τους είχαν υποσχεθεί ήταν και οι
καρποί της ελιάς. Στα εβραϊκά η ελιά συμβολίζει την ειρήνη και την
ευτυχία. Αιγύπτιοι, Εβραίοι, Φοίνικες και Ελληνες καλλιέργησαν
συστηματικά την ελιά και αναγνωρίζοντας την αξία της στη ζωή και τον
πολιτισμό, μεθοδικά φρόντισαν για την εξάπλωση του δέντρου σε νέες όλο
και μεγαλύτερες εκτάσεις. Οι Ρωμαίοι θεωρούσαν βαρβάρους όλους εκείνους
που χρησιμοποιούσαν ζωικά λίπη αντί ελαιολάδου στη διατροφή τους.
Περισσότερο διαφωτιστικά είναι τα υστερομινωικά παραδείγματα από την Κνωσσό, τις Αρχάνες και την Κάτω Ζάρκο, όπου μικρές ποσότητες ελαιοκάρπου βρέθηκαν μέσα σε αγγεία. Η χρήση του ελαιολάδου στη διατροφή –που είναι λογικό να δεχθούμε ότι γινόταν έστω και σε περιορισμένη κλίμακα– δεν πιστοποιείται όμως με σαφήνεια. Αντίθετα, στην πλειονότητα το καταχωριζόμενο στις πινακίδες ελαιόλαδο είναι είτε αρωματικό ή προοριζόταν ως βάση για την παρασκευή αρωμάτων για τη φροντίδα του σώματος, ενδεχομένως και με θεραπευτικές ή άλλες συναφείς ιδιότητες. Η ανάλυση των πινακίδων σε συνδυασμό με στοιχεία από τους σύγχρονους αυλικούς πολιτισμούς της Αιγύπτου και της Ανατολής καθώς επίσης και από τους ιστορικούς χρόνους, οδηγεί στο συμπέρασμα πως το λάδι θα μπορούσε να έχει διάφορες βιοτεχνικές χρήσεις, όπως στη βυρσοδεψία και την υφαντική. Μια από τις πλέον διαδεδομένες χρήσεις του ελαιολάδου ήταν για φωτισμό. Απαντώνται πολυάριθμα λυχνάρια από τους προανακτορικούς χρόνους στην Κρήτη, οι οποίοι μάλιστα θεωρήθηκαν και ως έμμεσες ενδείξεις για το ύψος παραγωγής ελαιολάδου. Το ξύλο της ελιάς εκτιμάται πως θα γνώριζε διάφορες εφαρμογές στην οικοδομική τέχνη, στην κατασκευή τεχνημάτων και βέβαια θα εχρησιμοποιείτο ευκαιριακά ως καύσιμη ύλη όπως και οι ελαιοπυρήνες. Ενδείξεις θεωρούνται απανθρακωμένα κομμάτια ξύλου και πολυάριθμοι πυρήνες σε κεραμικό κλίβανο.
Τα διάφορα είδη αρωματικού ελαιολάδου που αναγνωρίστηκαν στις πινακίδες της Πύλου, τα μυρέψια στην Κρήτη και σε ολόκληρο το μυκηναϊκό κόσμο κυρίως το 13ο και το 14ο π.Χ. αιώνα οπότε και επεκτείνεται η παραγωγή και η θαλάσσια διάδοση των ψευδόστομων αμφορέων (που ήταν και το πλέον κατάλληλο αγγείο για τη μεταφορά ελαιολάδου), τα λίθινα ελαιοπιεστήρια της μινωικής Κρήτης (ανάλογα με εγκαταστάσεις που έχουν βρεθεί σε Κύπρο και Συρία), τα ευρήματα στην οικία του Λαμπόρου στις Μυκήνες, η έντονη παρουσία της ελιάς στη μινωική τέχνη, είναι ορισμένα από τα στοιχεία τα οποία θεμελιώνουν το ρόλο της ελαιοκαλλιέργειας στον μινωικό και μυκηναϊκό πολιτισμό. Παρ’ όλα αυτά φαίνεται πως η χρήση του ελαιολάδου μέχρι τον 6ο π.Χ. αιώνα στην Αρχαία Ελλάδα ήταν περιορισμένη. Στον Ομηρο το ελαιόλαδο αναφέρεται σαν πολυτέλεια. Το ελαιόλαδο και τα αρώματα συνδέονται με πρόσωπα πέρα από τα καθημερινά, όπως ήρωες ή θεοί. Κείμενα της αρχαϊκής περιόδου που αναφέρονται στην καθημερινή ζωή, για παράδειγμα οι αγροτικές ασχολίες που περιγράφει ο Ησίοδος στο “Εργα και Ημέραι” δεν αναφέρονται στη χρήση του ελαιολάδου παρά μόνο ως υγρού για την ομορφιά των μαλλιών. Μετά τον 6ο π.Χ. αιώνα η ελαιοκαλλιέργεια επεκτείνεται και το ελαιόλαδο αποκτά μεγαλύτερη αξία.
Από το σύνολο των μαρτυριών, αυτές που αναφέρονται στην καθημερινή χρήση του ελαιολάδου στη μαγειρική και ως καυσίμου είναι ελάχιστες. Στα κείμενα του Θεόφραστου και αργότερα του Διοσκουρίδη καταγράφονται υλικά και συνταγές αρωματικού ελαιολάδου. Στον Ιπποκράτειο κώδικα συναντώνται πάνω από εξήντα φαρμακευτικές χρήσεις της ελιάς. Φαίνεται πως το ελαιόλαδο ήταν ιδιαίτερα ενδεδειγμένο για τα προβλήματα του δέρματος. Πέρα από τις φαρμακευτικές του ιδιότητες χρησίμευε και ως μέσο αντισύλληψης.
Αυτή είναι μια “μεγάλη εικόνα” των απαρχών της καλλιέργειας, η οποία τα τελευταία χρόνια εμπλουτίζεται διαρκώς με νέες πληροφορίες. Από αυτές, για την περιοχή μας ξεχωρίζει η ανακάλυψη καταλοίπων ελαιοτριβείων στην Αρχαία Θουρία, από την δρ. Αρχαιολόγο Ξένη Αραπογιάννη.
Αν βρήκατε το άρθρο ενδιαφέρον κλικ ΕΔΩ
Για άμεση ενημέρωση ακολουθήστε μας στο facebook και στο twitter

Δεν υπάρχουν σχόλια: