Πανεπιστήμιο χωρίς φοιτητές δεν υπάρχει

Του Γιώργου Παναγόπουλου Σε δημόσια διαβούλευση βρίσκεται ένα ακόμη νομοσχέδιο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Κάθε κυβέρνηση και κάθε υπουρ...


Του Γιώργου Παναγόπουλου


Σε δημόσια διαβούλευση βρίσκεται ένα ακόμη νομοσχέδιο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Κάθε κυβέρνηση και κάθε υπουργός θεωρεί ότι έχει υποχρέωση να προωθήσει αλλαγές στην εκπαίδευση οι οποίες χαρακτηρίζονται «τομές» και μεγάλες μεταρρυθμίσεις, αλλά όπως επανειλημμένα έχει αποδειχθεί καταλήγουν μια μεγάλη τρύπα στο νερό. Από τον συγκεκριμένο κανόνα δεν ξεφεύγει το συγκεκριμένο νομοσχέδιο.

Στις 408 σελίδες του νέου νομοσχεδίου υπάρχουν σημαντικές αλλαγές αλλά και ρυθμίσεις, οι οποίες δεν προσφέρουν ουσιαστικά τίποτα. Η εμπειρία έχει δείξει ότι οι χρήσιμες αλλαγές δύσκολα θα υλοποιηθούν γιατί υπάρχει ένα γενικότερο πλαίσιο ακινησίας. Το εντυπωσιακό βέβαια είναι ότι και αυτή τη φορά ο «καβγάς» γίνεται για δευτερεύοντα ζητήματα και αναδεικνύονται ανύπαρκτοι κίνδυνοι. 

]Ο καθένας με βάση την ιδεολογική του τοποθέτηση ή την υπεράσπιση των συμφερόντων του είναι προφανές ότι φωτίζει παραμέτρους, οι οποίες εξυπηρετούν το κομματικό ή το προσωπικό του αφήγημα. Το βασικό είναι αν θα υλοποιηθούν οι προτεινόμενες αλλαγές. Το πιθανότερο είναι το νομοσχέδιο να ψηφιστεί και σε μερικούς μήνες ένας άλλος υπουργός, ακόμα και της ίδιας κυβέρνησης, να «μεταρρυθμίσει τη μεταρρύθμιση» με ένα νέο νομοσχέδιο… τομή!

Ο τρόπος εκλογής διοίκησης του πανεπιστημίου είναι σημαντικό θέμα, αλλά όταν δεν υπάρχει ευρύτερη συμφωνία και αλλάζει κάθε χρόνο μετατρέπεται σε πρόβλημα. Το ζήτημα δεν είναι μόνο το πώς εκλέγονται και από ποιους οι διοικήσεις, αλλά το πώς διοικούν. Είναι αποτελεσματικοί με βάση τους στόχους που τίθενται; Από ποιους ελέγχονται και σε ποιους λογοδοτούν; Ένα σύστημα που κανένας δεν λογοδοτεί σε κανέναν και το οποίο αναπαράγεται μέσα από εσωτερικές διεργασίες συναλλαγών είναι προφανώς προβληματικό. Σε μια διοίκηση που εκλέγεται αποκλειστικά από μέλη ΔΕΠ και με ελάχιστες υποψηφιότητες λόγω προϋποθέσεων και περιορισμών, η προσθήκη εξωτερικών μελών είναι διακοσμητική. 

Το νομοσχέδιο «ανακατώνει» ελαφρώς τα πράγματα, αλλά δεν ανατρέπει ουσιαστικά τίποτα. Νέες ισορροπίες στο ίδιο πλαίσιο με τα πανεπιστήμια να διοικούνται από μικρές δομημένες ομάδες καθηγητών. Το μόνο βέβαιο είναι πως αυτό δεν αποτελεί τομή αλλά συνέχιση του ίδιου συστήματος «συντεχνιακής» διοίκησης και όχι βέβαια αυτοδιοίκησης.

Ο τρόπος που θα εκλέξουν οι φοιτητές τους εκπροσώπους τους είναι εντελώς δευτερεύον ζήτημα από τη στιγμή που έχουν αποκλειστεί από τη διοίκηση. Οι φοιτητικοί σύλλογοι και οι παρατάξεις δεν καταργούνται, όπως κατάλαβαν ορισμένοι που ζουν διαρκώς στην εποχή της πρώιμης μεταπολίτευσης και νομίζουν κάθε τόσο ότι κάνουν αντίσταση στη χούντα. Η επιβολή κανόνων σε ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα είναι αυτονόητη υποχρέωση μιας διοίκησης που σέβεται τον εαυτό της. Δεν μπορεί να παραμένουν στα πανεπιστήμια διάφορες δομές γραφικών που νομίζουν ότι κάνουν επανάσταση. Το χειρότερο είναι ότι χρησιμοποιούνται ως άλλοθι για να κρύψουν τα πραγματικά προβλήματα του πανεπιστημίου.

Το φολκλόρ και η γραφικότητα δεν είναι πρόβλημα, απλώς βολεύει όλους όσοι δεν θέλουν να αλλάξει τίποτα. Ο καβγάς για δευτερεύοντα ζητήματα είναι ευκολότερος και αποδοτικότερος κομματικά όταν συνοδεύονται από ψευτοδιλήμματα του στυλ «βιβλιοθήκες ή βαριοπούλες;». Το καταπληκτικό είναι ότι υπάρχουν εθελοντές υπεράσπισης της… βαριοπούλας συμβάλλοντας σε μια εντελώς αποπροσανατολιστική συζήτηση.

Το νομοσχέδιο έχει μία σειρά από θετικές αλλαγές που αφορούν στη διάρθρωση προπτυχιακών, μεταπτυχιακών και διδακτορικών σπουδών αλλά και στην οργάνωσή τους με βάση σύγχρονα δεδομένα, τα οποία περνάνε όμως σε δεύτερη μοίρα. Η σύνδεση των πανεπιστημίων με την αγορά σε εθνικό, ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο είναι απολύτως αυτονόητη. Η καθυστέρησή μας ως πολιτικό σύστημα και ως χώρα είναι ότι ακόμα συζητούμε τα αυτονόητα ίσως γιατί έτσι κάποιοι βρίσκουν ρόλο και λόγο ύπαρξης. Το ζήτημα λοιπόν που τίθεται είναι το πώς θα αναβαθμιστούν οι σπουδές των φοιτητών, προκειμένου να αντεπεξέλθουν στις σύγχρονες απαιτήσεις.

Τα προγράμματα σπουδών και η διδασκαλία θα πρέπει να συνδιαλέγονται δημιουργικά με τις ανάγκες της αγοράς και της κοινωνίας. Ο γνωστός πανεπιστημιακός Νίκος Μαραντζίδης σε άρθρο στην «Καθημερινή» της Κυριακής στις 29/5 επισημαίνει με έμφαση ότι τα πράγματα στα πανεπιστήμια βελτιώθηκαν πολύ τα τελευταία 25 χρόνια σε μια σειρά από τομείς, αλλά στη διδασκαλία δεν προχώρησαν τόσο αναδεικνύοντας το φαινόμενο της παρακολούθησης μαθημάτων από ελάχιστους φοιτητές. Η αναβάθμιση της διδασκαλίας θα πρέπει να αποτελέσει κυρίαρχο ζήτημα. Τα πανεπιστήμια είναι για τους φοιτητές και όσο τα αμφιθέατρα και οι αίθουσες διδασκαλίας είναι άδειες το πανεπιστήμιο έχει αποτύχει. 

Η μεταρρύθμιση που τελικά χρειάζεται δεν είναι το πώς θα εκλεγούν διοικήσεις στα πανεπιστήμια, αλλά πώς θα γεμίσουν τα αμφιθέατρα και οι αίθουσες με φοιτητές. Ένα πανεπιστήμιο στο οποίο οι φοιτητές και καθηγητές βρίσκονται μόνο στις εξετάσεις είναι πεθαμένο!

Τα περιφερειακά πανεπιστήμια, όπως αυτό της Πελοποννήσου, χρειάζεται να κάνουν τεράστια βήματα για να μπορέσουν να ακολουθήσουν τις αλλαγές που έρχονται. Το σχέδιο νόμου θέτει μία σειρά από παραμέτρους, η εκπλήρωση των οποίων απαιτεί διαρκή, επίμονη και επίπονη προσπάθεια. 

Οι αλλαγές που προωθούνται με το σχέδιο νόμου αποτελούν ένα βήμα μπροστά, αλλά θα χρειαστούν πολλά περισσότερα για να μπορέσει το δημόσιο πανεπιστήμιο να ανταποκριθεί στις σύγχρονες ανάγκες. Το πανεπιστήμιο δεν κινδυνεύει από αλλαγές αλλά από την ακινησία. Αν κάποια πράγματα δεν αλλάξουν είναι ζήτημα χρόνου να πέσουν οι τίτλοι τέλους. Το κακό είναι ότι αυτό το βλέπουν πολλοί, αλλά ελάχιστοι ενδιαφέρονται για την αποτροπή του.

panagopg@gmail.com

Σχόλια