του Σταμάτη Σεκλιζιώτη* Ο ΠΟΛΕΜΟΣ,ΤΑ ΣΙΤΗΡΑ,ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ,Η ΑΦΡΙΚΗ & Μ. ΑΝΑΤΟΛΗ, Η ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ,ΟΙ ΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΕΘΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΕΣ Κ...
Ο ΠΟΛΕΜΟΣ,ΤΑ ΣΙΤΗΡΑ,ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ,Η ΑΦΡΙΚΗ & Μ. ΑΝΑΤΟΛΗ,
Η ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ,ΟΙ ΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΕΘΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΥΤΑΡΚΕΙΕΣ..
" Μήπως είναι καιρός να ξανασκεφτούμε την εκτεταμένη απελευθέρωση των αγορών..;;; "....
Η συνέχεια...., από πηγές Επιστημονικής Έρευνας και όχι από Δημοσιογραφικά ρεπορτάζ που άλλοτε αποκρύπτουν και άλλοτε υπερβάλουν, ή αγνοούν....
Σύμφωνα με μελέτες του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Wageningen, της Ολλανδίας, ομιλούν διακεκριμένοι Επιστήμονες της Αγροτικής Οικονομίας....
Η ΑΠΟΤΟΜΗ ΑΠΩΛΕΙΑ φθηνού ουκρανικού σιταριού συγκλόνισε την παγκόσμια αγορά, πλήττοντας ιδιαίτερα τους φτωχούς καταναλωτές στην Αφρική. Tο σιτάρι θα παραμείνει ακριβό για λίγο ακόμη, φοβούνται οι αγρο-οικονομολόγοι από το Wageningen. Όχι λόγω της μειωμένης διαθεσιμότητας, αλλά λόγω της απότομης αύξησης της τιμής των λιπασμάτων. «Ίσως είναι καιρός να ξανασκεφτούμε την εκτεταμένη απελευθέρωση των αγορών», αναφέρουν ερευνητές από το Πανεπιστήμιο... (και εμείς "μεθερμηνεύουμε "... ως ασυγκράτητη και αφρενάριστη απελευθέρωση των αγορών..."...)..
Ο Kees Huizinga, ένας Ολλανδός αγρότης στην Ουκρανία και συχνός καλεσμένος σε talk shows στη χώρα του και στην Ευρώπη..., εξέφρασε την ανησυχία του για τις επιπτώσεις του πολέμου στην διαθεσιμότητα τροφίμων.
Η Ουκρανία, περιγράφεται συχνά ως «καλάθι του ψωμιού», ωστόσο το μερίδιο της Ουκρανίας στην παγκόσμια αγορά σιταριού είναι περιορισμένο, λέει η αγρο-οικονομολόγος Petra Berkhout της ομάδας Wageningen Economic Research (η Petra είναι Αγρο-οικονομολόγος με πάνω από 30 χρόνια εμπειρία σε ζητήματα Αγροτικής Πολιτικής όπως οι ΚΑΠ και το Παγκόσμιο Εμπόριο...). Και τονίζει: «Παράγοντες όπως οι καιρικές συνθήκες προκαλούν ετήσιες διακυμάνσεις στην παγκόσμια παραγωγή σιταριού και κάποιες χρονιές αυτές οι διακυμάνσεις είναι πολύ μεγαλύτερες από τις ουκρανικές αποδόσεις ανά μονάδα επιφανείας.... Επομένως, εδώ δεν πρόκειται για τη διαθεσιμότητα του ουκρανικού σιταριού η οποία εμφανίζεται περίπου σταθερή σε ετήσια βάση (με μικρές διακυμάνσεις), αλλά για την προσιτή του τιμή»
Η υψηλή τιμή του σιταριού έχει ιδιαίτερα σοβαρές συνέπειες για τις χώρες της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής που συνήθως προμηθεύονται το μεγαλύτερο μέρος από τη Ρωσία και την Ουκρανία.
Η Ουκρανία (κυρίως οι κεντροανατολικές της επαρχίες.... κατά μήκος του Δνείπερου και ανατολικά - πολλά εδάφη υπό ρωσική κατοχή) διαθέτει πολύ γόνιμο έδαφος, Επίσης έχει χαμηλές τιμές λιπασμάτων και ενέργειας, που της επιτρέπουν να παράγει το φθηνότερο σιτάρι στον κόσμο, το μεγαλύτερο μέρος του
οποίου προορίζεται για εξαγωγή. Αυτό καθιστά δυνατό τον εφοδιασμό του αστικού πληθυσμού στην Αφρική και στην Μ. Ανατολή με φθηνό σιτάρι. Κατά τον γεωργο-οικονομολόγο Bart de Steenhuijsen Piters, ο οποίος εργάζεται επίσης στην οικονομική ομάδα έρευνας του Παν/μίου του Wageningen, «Πολλές αφρικανικές χώρες έχουν εθιστεί σε αυτό το σιτάρι. Αυτές περιλαμβάνουν χώρες όπως η Αιθιοπία και η Τανζανία, οι οποίες μπορούν να καλλιεργήσουν μόνες τους σιτάρι ή άλλα σιτηρά.... Απλώς τα δικά τους σιτηρά είναι πιο ακριβά»...
Το μεγαλύτερο μέρος της ανησυχίας επικεντρώνεται στο σιτάρι, και ωστόσο οι ομαλές εξαγωγές ηλιέλαιου και καλαμποκιού της Ουκρανίας επίσης παρεμποδίζονται. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, αυτό δεν έχει σημαντικό αντίκτυπο στην επισιτιστική ασφάλεια π.χ. στην Ολλανδία (και για άλλες χώρες της ΕΕ), επειδή υπάρχουν αρκετές διαθέσιμες εναλλακτικές λύσεις και για τις δύο καλλιέργειες. Άλλα έλαια (κυρίως μαγειρικά) όπως το κραμβέλαιο κρίνεται επαρκές υποκατάστατο για το ηλιέλαιο. Ο αραβόσιτος χρησιμοποιείται κυρίως ως τροφή των βοοειδών και άλλων παραγωγικών ζώων... και μπορεί να αντικατασταθεί από σόγια, μεταξύ άλλων (η ΕΕ είναι η μεγαλύτερη εισαγωγέας σόγιας από τις ΗΠΑ και Ν. Αμερική...).
Πιο ακριβό ψωμί....
Η Αίγυπτος και η Τουρκία εξαρτώνται περισσότερο από το ουκρανικό σιτάρι, το οποίο συνήθως μεταφέρεται μέσω της Μαύρης Θάλασσας. Η Τουρκία αντιμετωπίζει υψηλές τιμές τροφίμων εδώ και καιρό, εν μέρει λόγω της πτώσης της λίρας με την τιμή του ψωμιού να έχει αυξηθεί υπερβολικά.
Στην Αίγυπτο, όπου το ψωμί επιδοτείται σε μεγάλο βαθμό και διατίθεται σε μερίδες από το κράτος, η αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων για το ουκρανικό σιτάρι βρίσκεται σε εξέλιξη. Η χώρα έκανε ήδη μια μεγάλη παραγγελία για σιτάρι από τη Γαλλία, για παράδειγμα, ενώ το αλεύρι σίτου αναμιγνύεται με άμυλο από γλυκοπατάτες.... Ωστόσο, σύμφωνα με τον De Steenhuijsen Piters, μια πολύ πιο ανησυχητική κατάσταση αναπτύσσεται επί του παρόντος στο Κέρας της Αφρικής, όπου η ακραία ξηρασία έχει προκαλέσει αποτυχίες στις καλλιέργειες. «Το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών διανέμει σιτάρι, αλλά οι υψηλές τιμές σημαίνουν ότι οι ανθρωπιστικές οργανώσεις μπορούν να αγοράσουν μόνο το μισό από ότι κανονικά αγόραζαν.... Η βοήθεια έκτακτης ανάγκης έχει γίνει πλέον πολύ ακριβή», εξηγεί ο De Steenhuijsen Piters.
Η ίδια πηγή, περιγράφει τη δεινή κατάσταση των κατοίκων των αφρικανικών πόλεων ως λιγότερο οξεία, αλλά εξίσου ανησυχητική, καθώς συχνά ξοδεύουν περισσότερο από το 60% του εισοδήματός τους σε τρόφιμα. Αυτό κάνει τους κατοίκους των πόλεων εξαιρετικά ευάλωτους στις αυξήσεις των τιμών, λέει ο De Steenhuijsen Piters ο οποίος συμμετείχε στην ανάλυση ευρημάτων μελέτης μεταξύ 26.000 αστικών νοικοκυριών στο Μπενίν και τονίζει: «Αν κοιτάξετε τη διατροφική τους κατάσταση, θα σοκαριστείτε. Οι τοπικές τιμές των τροφίμων κυμαίνονται ανάλογα με τις διεθνείς αγορές. Μόλις ανέβουν οι τιμές των τροφίμων, δεν μένουν χρήματα για σχολείο ή για ένδυση...». Όπως και η Berkhout, δεν μιλά με όρους έλλειψης τροφίμων, αλλά για έλλειψη αγοραστικής δύναμης που κάνει τα τρόφιμα πολύ ακριβά για τους φτωχότερους.
Την τελευταία δεκαετία, οι μέσες παγκόσμιες τιμές των τροφίμων μειώθηκαν στην πραγματικότητα, αλλά η έναρξη της πανδημίας του Covid-19 ήταν ένα σημείο καμπής, μετά το οποίο οι τιμές αυξήθηκαν ραγδαία. Ο ιός δυσκόλεψε τις συναλλαγές και οι τιμές της ενέργειας, που αποτελούν επίσης σημαντικό παράγοντα στις τιμές των λιπασμάτων, αυξήθηκαν.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία ήρθε επάνω σε όλο αυτό, λέει η Berkhout. «Κανονικά, ως οικονομολόγος, θα έλεγα ότι μια υψηλή τιμή διεγείρει την αύξηση της παραγωγής, η οποία στη συνέχεια οδηγεί σε πτώση των τιμών. Τώρα έχω αμφιβολίες, λόγω των αυξημένων τιμών των λιπασμάτων και της ενέργειας, που είναι μεγάλος παράγοντας στην τιμή των τροφίμων. Υπάρχουν πολλές αβεβαιότητες και κανείς δεν ξέρει πόσο θα διαρκέσει αυτή η σύγκρουση...».
Πρόκληση ανεπάρκειας....
Ειδικότερα, η τιμή του λιπάσματος μπορεί να παραμείνει υψηλή για μεγάλο χρονικό διάστημα, με συνέπειες πιο σοβαρές και εκτεταμένες από την απώλεια του ουκρανικού σίτου. Ένα σημαντικό συστατικό του λιπάσματος είναι η ποτάσα, η οποία εξορύσσεται κυρίως στη Ρωσία και τη Λευκορωσία. Και οι δύο αυτές χώρες θα μπορούσαν να δημιουργήσουν μια διαρκή και επιζήμια τεχνητή έλλειψη..... Οι υψηλές τιμές δεν εμποδίζουν και τόσο πολύ τους αγρότες στην Ευρώπη να χρησιμοποιούν λιπάσματα, αλλά πρόκειται για διαφορετικό και καυτό ζήτημα για την Αφρική, λέει η Berkhout. «Οι αγρότες εκεί έχουν λιγότερη ρευστότητα και επομένως δηλώνουν ότι θα χρησιμοποιήσουν λιγότερα λιπάσματα». Εάν οι Αφρικανοί αγρότες χρησιμοποιούν λιγότερα λιπάσματα, οι αποδόσεις των καλλιεργειών τους θα καθυστερήσουν μέχρι να επανακάμψουν και οι καταναλωτές θα εξαρτηθούν ακόμη περισσότερο από τα τρόφιμα που παράγονται στο εξωτερικό.
Ο De Steenhuijsen Piters βλέπει τον πόλεμο στην Ουκρανία να ορίζει τον τρόπο με τον οποίο μια ελεύθερη παγκόσμια αγορά θέτει σε κίνδυνο την επισιτιστική ασφάλεια. «Η φθηνότερη τροφή καταλήγει στους φτωχότερους καταναλωτές. Το σιτάρι τους προέρχεται από την Ουκρανία, αλλά στη Δυτική Αφρική τρώνε και μεγάλες ποσότητες από φτερούγες κοτόπουλου από την ΕΕ. Αυτό μπορεί να λειτουργούσε ομαλά για μεγάλο χρονικό διάστημα, έως ότου βέβαια συμβεί κάτι που θα διαταράξει το σύστημα».
Η Τοπική παραγωγή
Ο τρόπος για να μειωθεί η ευπάθεια στην διατροφική διαταραχή, σύμφωνα με τον De Steenhuijsen Piters, είναι η διαφοροποίηση των πηγών παραγωγής των τροφίμων, κάνοντας χρήση μερικών σιτηρών και άλλων καλλιεργειών τροφίμων από την περιοχή (τοπικά) και συμπληρωματικά μερικές εισαγωγές από διάφορες χώρες πιο μακριά. Το σιτάρι, για παράδειγμα, μπορεί επίσης να προμηθεύεται από τον Καναδά, αν και με ελαφρώς υψηλότερο κόστος.
Η αύξηση της τοπικής παραγωγής αποτελεί επίσης το κλειδί για την αύξηση της επισιτιστικής ασφάλειας, λέει ο De Steenhuijsen Piters. Ισχυρά μέτρα για αυτό, κατά την άποψή του, είναι η επιδότηση των λιπασμάτων και των καυσίμων και η επιβολή εισαγωγικού φόρου στο σιτάρι. Για την Αφρική, ακόμη και εάν, υποθετικά, οι αποδόσεις των καλλιεργειών αυξηθούν ικανοποιητικά μέσω της επιδότησης των λιπασμάτων, δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι τότε οι αγρότες θα παράγουν περισσότερο σιτάρι.
Ενώ στην ΕΕ, οι καλλιέργειες και η παραγωγή τροφίμων υπόκειται σε αυστηρές ρυθμίσεις, στην Αφρική περισσότερο από το 80% όλων των τροφίμων διακινείται μέσω "άτυπων" επιχειρήσεων. Οι κυβερνήσεις ασκούν πολύ περιορισμένο έλεγχο σε ότι παράγεται και ότι διακινείται.... Δεν έχει επομένως νόημα μια κυβέρνηση να αποφασίζει να κάνει φορολογικές ελαφρύνσεις, π.χ. για το σιτάρι, επειδή οι περισσότερες επιχειρήσεις δεν πληρώνουν φόρο επί των πωλήσεων.
Γενικά στις χώρες αυτές "περιορισμένου κρατικού ελέγχου", οι έμποροι είναι αυτοί που αποφασίζουν ποιες καλλιέργειες θα σπείρουν οι αγρότες. Δεν βλέπουν την επισιτιστική ασφάλεια ως καθήκον τους και κατευθύνονται και κατευθύνουν προς τις πιο κερδοφόρες καλλιέργειες. Αυτές μπορεί να είναι "εμπορευματικές" καλλιέργειες όπως το βαμβάκι ή το κακάο, που δεν συμβάλλουν σε μεγαλύτερη αυτάρκεια τροφίμων....
Για να αποκτηθεί καλύτερος έλεγχος στην παραγωγή των τροφίμων σε χώρες όπου κινδυνεύει η διατροφική ασφάλεια, λέει ο De Steenhuijsen Piters, είναι σημαντικό να κατανοηθεί το πραγματικό περιεχόμενο της άτυπης οικονομίας. Έτσι, αυτός και οι συνερευνητές του - κυρίως απόφοιτοι του Παν/μίου Wageningen - πρόκειται να προβούν σε συνομιλίες με τους άτυπους εμπόρους. Οι ερευνητές ελπίζουν ότι αυτές οι συνεντεύξεις θα τους δώσουν μια εικόνα για το (άτυπο) δίκτυο των εμπόρων και τις εκτιμήσεις που καθορίζουν την λήψη των αποφάσεών τους. Τονίζει ο De Steenhuijsen Piters: «Σκεφτόμαστε πάντα με βάση τα επίσημα μέτρα, όπως τα φορολογικά οφέλη, αλλά τώρα συνειδητοποιούμε όλο και περισσότερο ότι τα συμβατικά μας εργαλεία δεν λειτουργούν. Είναι σημαντικό να το αναγνωρίσουμε αυτό και να συζητήσουμε με τους εμπόρους. Απλώς τους κάνουμε την ερώτηση: τι θα χρειαστεί για να στοχεύσετε άλλους στόχους, όπως η επισιτιστική ασφάλεια;».
Η αυτάρκεια....
Ακόμα κι αν αυξήσουν την τοπική παραγωγή σιταριού, η αυτάρκεια δεν είναι εφικτή για πολλές χώρες, λέει η Berkhout. Η πολιτική αστάθεια την παρεμποδίζει, αλλά σε πολλές χώρες είναι και τεχνικά αδύνατη: «Η Αίγυπτος, για παράδειγμα, δεν μπορεί να το κάνει επειδή έχει πολύ λίγη γεωργική γη. Πολλές άλλες χώρες μπορούν να στραφούν σε τοπικές ποικιλίες σιτηρών, όπως το σόργο ή το κεχρί, αλλά αυτές οι παραγωγές δεν μπορούν να ανταγωνιστούν το φτηνό και αποτελεσματικά παραγόμενο σιτάρι από αλλού....».
Μετά από μια κορύφωση στο 66% πάνω από το επίπεδο πριν τον πόλεμο στην Ουκρανία, η τιμή το φθινόπωρο του 2022 εξακολουθεί να είναι 20-30% υψηλότερη από ότι πριν από τον πόλεμο.
Τώρα που η αγορά έχει ανακάμψει από τον αρχικό πανικό μετά το ξέσπασμα του πολέμου, οι τιμές του σιταριού μειώθηκαν από το ανώτατο 66% πάνω από τα προπολεμικά επίπεδα το περασμένο καλοκαίρι και έπεσαν στο 20% πάνω από τις προπολεμικές τιμές.
Και οι δύο Ολλανδοί ερευνητές πιστεύουν ότι άλλες χώρες θα αυξήσουν την παραγωγή σιταριού τους το επόμενο έτος, γεγονός που θα ομαλοποιήσει την τιμή. Αναμένουν όμως ότι οι υψηλές τιμές της ενέργειας και των λιπασμάτων, μαζί με τον αντίκτυπο της σοβαρής ξηρασίας που πλήττει αρκετές περιοχές, θα διατηρήσουν τις τιμές των τροφίμων γενικά υψηλές για τα επόμενα χρόνια.
Σύμφωνα με τον De Steenhuijsen Piters, η βραχυπρόθεσμη λύση είναι απλή: πρέπει να διατεθούν περισσότερα χρήματα για επείγουσα βοήθεια, ώστε να διανεμηθούν περισσότερα τρόφιμα σε περιοχές που υποφέρουν από έντονη ξηρασία.
Σε περιοχές όπου οι τοπικοί καταναλωτές αντιμετωπίζουν προβλήματα λόγω των υψηλών τιμών των τροφίμων, η πιο αποτελεσματική προσέγγιση είναι η παροχή οικονομικής υποστήριξης με τη μορφή χρηματικών επιδομάτων για τα ευάλωτα νοικοκυριά.
Για μακροπρόθεσμα, η ερευνητική ομάδα υποστηρίζει την προμήθεια τροφίμων με μεγαλύτερη ποικιλία (υποκατάστατα από άλλες καλλιέργειες....) και την τόνωση της τοπικής (εγχώριας) παραγωγής τροφίμων. Μια τέτοια πολιτική «....απαιτεί μορφές επιδότησης ή ακόμη και εισφορές κατά την εισαγωγή (δασμολογικά μέτρα), ώστε οι παραγωγοί να μπορούν να ανταγωνιστούν τα εισαγόμενα τρόφιμα. Και αυτό όμως είναι αμφιλεγόμενο γιατί έρχεται σε αντίθεση με τις αρχές του ελεύθερου εμπορίου... (του παγκοσμιοποιημένου πλέον εμπορίου...).. Ίσως όντως να είναι καιρός να ξανασκεφτούμε την εκτεταμένη απελευθέρωση των αγορών»....
Τρόφιμα, ζωοτροφές ή καύσιμα....
Η Berkhout επισημαίνει ότι οι καλλιέργειες που σπέρνονται και συγκομίζονται, χρησιμοποιούνται επί του παρόντος επίσης για ζωοτροφές και για βιοκαύσιμα. Στην ΕΕ, για παράδειγμα, τα δύο τρίτα των σιτηρών που καλλιεργούνται, συμπεριλαμβανομένου του καλαμποκιού, χρησιμοποιούνται για ζωοτροφές: «Εάν τα τρόφιμα γίνονται τόσο ακριβά, πρέπει να σκεφτούμε εάν θα σπέρνουμε ή όχι καλλιέργειες για τροφή, ζωοτροφές ή καύσιμα»...
Ο De Steenhuijsen Piters ελπίζει ότι ο πόλεμος θα αναζωπυρώσει τη συζήτηση για τις διεθνείς αγορές τροφίμων και την επισιτιστική ασφάλεια στην Αφρική η οποία έχει διαταραχθεί σοβαρά.... Θεωρεί ότι οι Διάλογοι για τα Τρόφιμα σε Εθνικό επίπεδο, που πραγματοποιήθηκαν παγκοσμίως ενόψει της πρώτης Συνόδου Κορυφής των Συστημάτων Τροφίμων του ΟΗΕ το 2021, ήταν μια καλή αρχή. Μέχρι τώρα μας λέει, "...είχε δοθεί υπερβολική έμφαση στις φθηνές θερμίδες. Η επισιτιστική όμως ασφάλεια και η ποικιλομορφία των τροφίμων είναι εξίσου σημαντικά κριτήρια..... Πρέπει να συνεχίσουμε να μιλάμε με όλους τους σημαντικούς ενδιαφερόμενους. Νομίζω ότι ο πόλεμος διεύρυνε τη βάση στήριξης γι' αυτή τη συζήτηση».
*(μεταφράσεις, προσαρμογές και κατά σημεία συμπληρωματικοί σχολιασμοί, του Σταμάτη Σεκλιζιώτη).
Σχόλια