Ένα από τα δεινά που επισώρευσε στη χώρα μας η πριν από σχεδόν μία εικοσαετία διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας είναι η τεράστια κ...
Ένα από τα δεινά που επισώρευσε στη χώρα μας η πριν από σχεδόν μία εικοσαετία διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας είναι η τεράστια καταστροφή που προκλήθηκε στα φοινικοειδή που στόλιζαν πολλούς κήπους, δρόμους και λιμάνια της.
Η αθρόα εισαγωγή προσβεβλημένων από το κόκκινο σκαθάρι συγγενικών ειδών τους και η ασυλλόγιστη φύτευσή τους παντού, ακόμα και σε νησίδες λεωφόρων (!), είχε τελικά ως αποτέλεσμα μέσα σε μόλις λίγα χρόνια το μεγαλύτερο μέρος των φοινικόδεντρων να χαθούν.
Σώθηκαν βεβαίως κάποιοι εμβληματικοί εκπρόσωποι της οικογένειάς τους, όπως οι θεόρατες και υπεραιωνόβιες ουασινγκτόνιες του Εθνικού Κήπου, με κόστος όμως ιδιαίτερα υψηλό.
Όλα αυτά τα χρόνια μάθαμε πάντως πολλά για τον αδηφάγο εχθρό τους και έτσι πλέον διαθέτουμε πολύ αποτελεσματικές, νέες τεχνικές για τη βιολογική (αλλά όχι μόνο) καταπολέμησή του, με συνέπεια οι φυτεύσεις φοινίκων να μη θεωρούνται πια επισφαλές εγχείρημα.
Ελπιδοφόρο επίσης είναι το ότι οι αυτοφυείς φοίνικες (Phoenix theophrastii) που σχηματίζουν το πανέμορφο παραθαλάσσιο φοινικόδασος του Βάι στη Σητεία αντιστάθηκαν σθεναρά στην επίθεση.
Επικρατεί γενικώς η άποψη ότι όλοι οι φοίνικες είναι είδη εξωτικά και εισαχθέντα στην Ελλάδα, τούτο όμως δεν ευσταθεί, καθώς ο συγκεκριμένος είναι ενδημικός, γνωστός μάλιστα ήδη από τη Μινωική εποχή. Συνδέεται επίσης στενά με την ελληνική μυθολογία και το ιερό νησί της Δήλου, καθώς εκεί, κάτω από τη σκιά του, η Λητώ γέννησε την Άρτεμη και τον Απόλλωνα.
Θα περίμενε έτσι κανείς κάποια φυτώριά μας να παράγουν και να εμπορεύονται το συγκεκριμένο είδος, επειδή όμως γνωρίζω (χωρίς φυσικά να τους αποδέχομαι) τους κανόνες που διέπουν την ελληνική φυταγορά, δεν έχω τέτοιου είδους ψευδαισθήσεις.
Στην περίπτωση, έτσι, που επιθυμείτε να φυτέψετε στον κήπο σας έναν φοίνικα που δεν προέρχεται από τους τροπικούς ή την έρημο, αλλά είναι ψημένος στις συνθήκες που επικρατούν στα παράλια του ευρωπαϊκού Νότου, απομένει μία μόνη επιλογή: ονομάζεται χαμαίρωπας (Chamaerops humilis) και είναι ένας μικρός, αργής ανάπτυξης φοίνικας, αυτοφυής στη δυτική Μεσόγειο.
Τα πρώτα χρόνια της ζωής του είναι μονοστέλεχος, έπειτα αρχίζουν να ξεφυτρώνουν από τη βάση του νέοι κορμοί που όλοι μαζί σχηματίζουν κόμη με διάμετρο περίπου διπλάσια από το ύψος του, το οποίο συνήθως δεν υπερβαίνει τα τρία μέτρα. Τα μεγάλα, παλαμοσχιδή φύλλα του με τον ακανθωτό μίσχο μοιάζουν με όμορφη βεντάλια και δεν περνούν ποτέ απαρατήρητα.
Δεν γνωρίζω από ποιο ακριβώς φοινικόφυλλο εμπνεύστηκαν οι αρχαίοι Αιγύπτιοι το στιλιζαρισμένο διακοσμητικό σχήμα που από τους Έλληνες ονομάστηκε ανθέμιο και αγαπήθηκε πολύ, αναμφίβολα πάντως η εντύπωση που προκαλεί εκείνο του χαμαίρωπα είναι εξίσου ισχυρή.
Η μεμονωμένη φύτευσή του μακριά από άλλα φυτά και σε περίβλεπτο σημείο λειτουργεί θαυμάσια τόσο σε μικρούς όσο και σε μεγαλύτερους κήπους. Λόγω των συγκρατημένων διαστάσεών του, προσφέρεται επίσης για φύτευση σε σχετικά μεγάλες γλάστρες. Θεωρείται είδος πολύ ανθεκτικό στην ατμοσφαιρική ρύπανση, προσφέρεται έτσι για φιλοξενία σε μπαλκόνια αλλά και για να στολίζει τις εισόδους κτιρίων.
Σημειωτέον, τέλος, ότι κάθε άνοιξη σχηματίζει εντυπωσιακές, όρθιες κίτρινες ταξιανθίες, οι οποίες μετά από μερικούς μήνες δίνουν τη θέση τους σε μη βρώσιμους μεν, αλλά πολυάριθμους καστανούς καρπούς.
Το χρωματικό αυτό παιχνίδι, σε συνδυασμό φυσικά με την ακατάβλητη ζωτικότητα των φύλλων του, αποτελεί ένα ακόμα πλεονέκτημα που συνηγορεί υπέρ της πιο τακτικής αξιοποίησής του από τη σύγχρονη κηποτεχνία.
Αντέχει το ψύχος και την ξηρασία
→ Αγαπά τις ηλιόλουστες θέσεις και τα καλά στραγγιζόμενα εδάφη. Τα πρώτα καλοκαίρια της ζωής του ευνοείται από τα τακτικά ποτίσματα, δεν πτοείται πάντως από την ξηρασία και τα αλατούχα εδάφη, προσφέρεται λοιπόν έτσι και για παραθαλάσσιες φυτεύσεις. Είναι από τους πιο ανθεκτικούς στο ψύχος φοίνικες, δεν εμφανίζει προβλήματα μέχρι τους -12C. Φροντίζουμε να αφαιρούμε με προσεκτικές τομές τα ξερά κλαδιά του.
Σχόλια