Να πως εξελίσσεται η Τουρκία (και) σε διατροφικό hub και με τη βοήθεια της αδύναμης λίρας

Του Δημήτρη Αντωνόπουλου Η αξία της τούρκικης λίρας έχει στην κυριολεξία καταποντιστεί από τη νέα εκλογή Ερντογάν και μετά. Στους 2,5 μήνες,...


Του Δημήτρη Αντωνόπουλου


Η αξία της τούρκικης λίρας έχει στην κυριολεξία καταποντιστεί από τη νέα εκλογή Ερντογάν και μετά. Στους 2,5 μήνες, έχει χάσει το 30% της αξίας της έναντι του δολαρίου και του ευρώ και ήδη απέχει ελάχιστα από τις 30 λίρες ανά ευρώ. Η ιδιότυπη οικονομική πολιτική Ερντογάν, δεν έχει ακόμη «τύχει της έγκρισης» των διεθνών αγορών τις οποίες όμως φαίνεται ότι η χώρα έχει μεγάλη ανάγκη.

Η υποτιμημένη λίρα βοηθάει ιδιαίτερα τις εξαγωγές, κυρίως των προϊόντων που βασίζονται σε ντόπιες πρώτες ύλες, όπως τα γεωργικά προϊόντα. Η έκταση, η θέση αλλά κυρίως η προσπάθεια που έχει κάνει η γείτονα στον πρωτογενή τομέα και την στήριξή του είναι εντυπωσιακή και μάλλον υποεκτιμημένη. 

Εκτός από την καθ’ αυτήν πρωτογενή παραγωγή, έχει επενδύσει σημαντικά σε συνεργαζόμενους κλάδους, όπως την κατασκευή αγροτικών μηχανημάτων και μηχανημάτων μεταποίησης, με κορυφαία αυτά της αλευροποιίας. 

Έτσι αυτή τη στιγμή κατέχει περίοπτη θέση σε κλάδους που παγκόσμια απέκτησαν ξαφνικά ιδιαίτερη σημασία. Είναι για παράδειγμα η πρώτη παραγωγός αλεύρου σε ολόκληρο το κόσμο!

Ευρισκόμενη δίπλα στις μεγάλες παραγωγικές δυνάμεις του σιταριού, δηλ τη Ρωσία και την Ουκρανία, μετέχει ενεργά και πολυποίκιλα στο εμπόριο, αλλά και άλλες σχετικές διαδικασίες, με κορυφαίο γεγονός την επίτευξη της Συμφωνίας της Κωνσταντινούπολης για τα σιτηρά. Δεν βρέθηκε τυχαία εμπλεκόμενη στο όλο θέμα!

Βρίσκεται παράλληλα δίπλα σε χώρες που έχουν μεγάλη ανάγκη για αλεύρι για να χορτάσουν τον πεινασμένο τους πληθυσμό, όπως το Ιράκ, αλλά και άλλες χώρες της Μέσης ανατολής και Αφρικής με αντίστοιχα οξυμένα προβλήματα. Ετσι, έχει καταφέρει να προσδώσει στο ταπεινό αλεύρι μια άλλη δυναμική και αξία, προσδοκώντας προφανώς και τα αντίστοιχα οφέλη.

Αλλά δεν είναι μόνο ο χώρος της μεταποίησης σιτηρών που έχει διαπρέψει. Η Τουρκία είναι μεγάλη εξαγωγική δύναμη στα φρούτα και λαχανικά, φρέσκα και αποξηραμένα, τα κεράσια, τα βερύκοκα, σύκα, ξηροί καρποί, τομάτες, μελιτζάνες. Όλα αυτά βοηθούμενα τελευταία από την υποτιμημένη λίρα, βρίσκουν ακόμη ποιο εύκολη διέξοδο στις διεθνείς αγορές σε σχέση με το παρελθόν. 

Τελευταία, οι Τούρκοι εξαγωγείς των προϊόντων αυτών, δείχνουν μια προτίμηση προς τις αγορές πέριξ του Ευξείνου πόντου. Είναι προφανές ότι η χώρα έχει εκμεταλλευτεί στο έπακρο τα πάσης φύσεως εμπάργκο που έχουν κηρύξει εδώ και χρόνια διάφορες χώρες προς τη Ρωσία, ήδη από τον καιρό της εισβολής στη Κριμαία. Με τις κατάλληλες ενέργειες έγινε ο μεγάλος τροφοδότης της Ρώσικης αγοράς.

Αυτή όμως δεν είναι η μοναδική αγορά που εστιάζει η Τούρκικη εξαγωγική κοινότητα. Όλες οι χώρες της περιοχής, έχουν τελευταία δεχθεί μια σοβαρή επίθεση από φθηνά τούρκικα προϊόντα. Η Γεωργία, Το Ουζμπεκιστάν, το Αζερμπαιτζάν, είχαν κι αυτές επενδύσει σοβαρά στον πρωτογενή τους τομέα, συχνά εκμεταλλευόμενες υποδομές από την Σοβιετική ακόμη εποχή, όπως τα θερμοκήπια και οι σκεπαστές καλλιέργειες. Ολοι αυτοί, βρέθηκαν εδώ και λίγο καιρό αντιμέτωποι με μια νέα πραγματικότητα: αφενός ένας μεγάλος πόλεμος διεξάγεται στην περιοχή τους, αφετέρου τα πολύ ανταγωνιστικά τούρκικα αγροτικά προϊόντα έχουν βάλει σε σκέψεις τους ενδιαφερόμενους.

Οι Τούρκοι εξαγωγείς, φυσικά και δεν εγκαταλείπουν τις αγορές της Δυτικής Ευρώπης, που με κόπο κατέκτησαν τελευταία χρόνια. Αλλά οι καινούργιες αγορές, πέραν του ότι είναι «γλυκές» ως καινούργιες, είναι και πολύ πιο εύκολες: δεν απαιτούν τις ίδιες διατυπώσεις, ούτε έχουν τους περιορισμούς της ΕΕ. Ένα κάποιο συνοδευτικό στοιχείο, είναι συχνά αρκετό για να ταξιδέψει από την Τουρκική ενδοχώρα κάπου στην Ασια. Ασε που ο οδηγός δεν θα χρειάζεται να σταματάει κάθε τόσο να ξεκουράζεται…

Το εμπόριο αγροτικών προϊόντων στην περιοχή του Ευξείνου Πόντου έχει τελευταία κυριoλεκτικά αναστατωθεί. Στα φουντούκια για παράδειγμα, όπου η Τουρκία ελέγχει το 75% της παγκόσμιας αγοράς αλλά που και η Γεωργία έχει μια σοβαρή παραγωγή, η οποία όμως αναγκάζεται να διαθέσει σε χαμηλές τιμές προκειμένου να ανταγωνισθεί τα αντίστοιχα τουρκικά προϊόντα. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με τα εσπεριδοειδή. Μόνο η τούρκικη ξερή σταφίδα, που φεύγει κατά πλειοψηφία στην Ευρώπη, δεν δημιουργεί προβλήματα στους γείτονες.

Η ειρωνεία είναι, οτι το καρύδι, ένα βασικό εξαγωγικό προιόν των παρευξήνιων χωρών και στο οποίο η Τουρκία δεν παράγει εξαγωγικά πλεονάσματα, έχει πια δυσκολίες στην Τούρκικη αγορά, εξαιτίας της μείωσης της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών εκεί λόγω πληθωρισμού.

Οι όροι εμπορίου έχουν ανατραπεί πλήρως για πολλούς λόγους: οικονομικούς λόγω της λίρας, πολιτικούς λόγω της εξωτερικής πολιτικής Ερντογάν, γεωπολιτικούς λόγω του πολέμου. Το όλο σκηνικό, δημιουργεί προϋποθέσεις για την ανάδειξη της γείτονος σε διατροφικό κόμβο, hub, τροφίμων, φρέσκων και μεταποιημένων. 

Οι φθηνές πρώτες ύλες συγκεντρώνονται, μεταποιούνται και εξάγονται. Παράλληλα, μέσα σε ένα τέτοιο σύστημα, όλα τα αγροτικά προϊόντα, ακόμη και τα ποιο ακριβά, θα έβρισκαν τον αγοραστή τους. Χώρες όπως η Αίγυπτος, που τελευταία έχει εντείνει την παρουσία της στις αγορές του Εύξεινου πόντου, ίσως δουν με κάποιο ενδιαφέρον μια τέτοια εξέλιξη, αφού οι τοπικές αγορές που απευθύνεται δεν έχουν ακόμη το μέγεθος να στηρίξουν μεγάλες δουλειές.

Η υποτιμημένη λίρα και η φθηνή τοπική μεταποίηση, είναι κάποια από τα στοιχεία που είναι αναγκαία για την μετατροπή της Τουρκίας σε Παγκόσμιο τόπο διακίνησης τροφίμων. Η ύπαρξη ισχυρού και ακμαίου τραπεζικού συστήματος, είναι μια άλλη. Η βελτίωση των συγκοινωνιακών και όχι μόνο υποδομών μια ακόμη. Θα πρέπει να τονιστεί, οτι ήδη δοκιμάζονται ποικίλες δράσεις που θα διευκολύνουν τις αγορές για κομβικά προϊόντα, όπως για παράδειγμα το χρηματιστήριο κελυφωτών φυστικιών και άλλων ξηρών καρπών στο Γκαζιαντέπ, στα βάθη της ανατολής. Θα προσδώσει μεγάλη δύναμη στην Τουρκία η καθιέρωση μιας “Τιμής Γκαζιαντέπ” ως τιμής αναφοράς για μια ολόκληρη σειρά ανερχόμενων προϊόντων διατροφής όπως οι ξηροί καρποί.

Η εμμονή Ερντογάν στην ανορθόδοξη πολιτική των χαμηλών, σε σχέση με τον πληθωρισμό επιτοκίων, δεν μπορεί να είναι στον αέρα. Φαίνεται ότι υπηρετεί πρωτίστως μια εξωτερική πολιτική ανάδειξης της χώρας σε κομβικά σημεία, όπως η ενέργεια και τελευταία η διατροφική ασφάλεια. 

Το ερώτημα που τίθεται, είναι εάν το τελευταίο προέκυψε λόγω των συνθηκών ή εάν η Τούρκικη διοίκηση και κυβέρνηση το είχε εντοπίσει. Εάν ισχύσει η πρώτη περίπτωση, ο Ερντογάν θα είναι μεγάλος παίκτης που άρπαξε την ευκαιρία. Ενώ στη δεύτερη περίπτωση, θα είναι ο μεγάλος ηγέτης επικεφαλής μιας σύγχρονης κρατικής μηχανής. Ο χρόνος θα δείξει.


ΠΗΓΗ: Insider

Σχόλια