Γράφει ο Χρ. Τσαντήλας* Στη χώρα μας κατά παράδοση ακολουθούμε τα γεγονότα αντί να τα προβλέπουμε και να προσχεδιάζουμε την αντιμετώπιση των...
Στη χώρα μας κατά παράδοση ακολουθούμε τα γεγονότα αντί να τα προβλέπουμε και να προσχεδιάζουμε την αντιμετώπιση των συνεπειών τους. Δεν μπορούσε να είναι, επομένως, διαφορετικά και με όσα συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια και αποδίδονται ή οφείλονται πραγματικά στην Κλιματική Αλλαγή (Κ.Α.).
Μέχρι πριν πολύ λίγα χρόνια, η έννοια της Κ.Α. ήταν στη χώρα μας υποτιμημένη για να χρησιμοποιηθεί ένας ήπιος χαρακτηρισμός, όπως αποδεικνύεται από τις αποφάσεις και ενέργειες που έγιναν και κυρίως που δεν έγιναν από τους αρμόδιους θεσμικούς φορείς (Κυβέρνηση, αυτοδιοίκηση όλων των βαθμών και σε διαφορετικό βαθμό και πολιτικά κόμματα).
Έτσι, τώρα που ζούμε σχεδόν κάθε χρόνο τα αποτελέσματα της Κ.Α., που μέχρι πριν λίγο υποτιμούσαμε ή και αγνοούσαμε πλήρως, τη χρησιμοποιούμε ως δικαιολογία για όλες τις αδυναμίες ή ακόμα χειρότερα για τη συνειδητή αγνόηση των συνεπειών εξαιτίας των πολιτικών που εφαρμόζονται. Η σε μεγάλο βαθμό υποκριτική επίκληση της Κ.Α. για να δικαιολογηθούν αποτυχημένες πολιτικές είναι, δυστυχώς, σχεδόν ο κανόνας.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το πώς χρησιμοποιήθηκε η τραγωδία στο Μάτι το 2018 απ’ όλα σχεδόν τα θεσμικά επίπεδα που τότε δεν συσχέτιζαν τα τραγικά γεγονότα με την Κ.Α., κατηγορώντας την Πολιτεία ως υπεύθυνη για την τραγωδία και λίγο αργότερα ομολόγησαν ότι αυτά οφείλονταν στην Κ.Α. Ακραία εκδοχή αυτής της τακτικής είναι αυτό που βιώνουμε σήμερα, δηλαδή η γενικευμένη πρόθεση να αποδίδεται ό,τι κακό συμβαίνει στον τόπο στην Κ.Α.
Τηρουμένων των αναλογιών, όμως, πρέπει να αναφέρουμε ότι πολλές φορές και οι πρώην «κατηγορούμενοι» με αρκετή ευκολία παραβλέπουν αρκετές φορές το γεγονός ότι οι δυνατότητες αντιμετώπισης πολλών ακραίων φαινομένων μπορεί να μην είναι αντιμετωπίσιμες «κατηγορώντας» τους πρώην «κατήγορους» για την «ανικανότητά» τους.
Στις μέρες αυτές που βιώνουμε τα τραγικά γεγονότα που δημιουργήθηκαν με την επιδρομή του «Daniel» στη Θεσσαλία, ξαναζούμε τη συνήθη πρακτική, δηλαδή να ακολουθούμε αντί να προβλέπουμε τα γεγονότα και να «επανασχεδιάζουμε» την πολιτική της χώρας αφού συμβούν τα γεγονότα.
Πολύ πρόσφατο παράδειγμα η εκ νέου αναγγελία από τον Πρωθυπουργό για τον «επανασχεδιασμό» της πολιτικής για την αντιμετώπιση των ακραίων καιρικών φαινομένων, εν προκειμένω των αιφνίδιων ακραίων πλημμυρών, όταν ήδη από το 2007 η Ε.Ε. μας υποχρέωνε να ασχοληθούμε με τα ζητήματα αυτά με την υποχρέωση να συνταχθούν, εφαρμοστούν και αναθεωρηθούν έγκαιρα τα Σχέδια Διαχείρισης Κινδύνου Πλημμυρών.
Μία παρόμοια περίπτωση σε ό,τι αφορά την ακολουθούμενη πρακτική της χώρας στη διαχείριση των επιπτώσεων των πλημμυροπαθών, αναδεικνύει την πλήρη έλλειψη σχεδίου του καινούργιου δραματικού προβλήματος, της κλιματικής προσφυγιάς, που άρχισε πλέον να παίρνει σημαντικές διαστάσεις στην Ελλάδα και στη Θεσσαλία.
Ας δούμε, όμως, πιο συγκεκριμένα τα όσα συμβαίνουν δίπλα μας, στο Κουτσόχερο, τα οποία, δυστυχώς, δεν παίρνουν την απαιτούμενη δημοσιότητα, με τους κλιματικούς πρόσφυγες της Θεσσαλίας και πώς αντιμετωπίζονται από την Πολιτεία. Πριν, όμως, από αυτό ας θυμηθούμε λίγο ορισμένα θέματα που είχαμε προαναγγείλει πρόσφατα.
Με άρθρο μας τον περασμένο Απρίλιο («Ε», 10-4-23, Η περιβαλλοντική μετανάστευση και οι... «φράχτες») προσπαθήσαμε να αναδείξουμε το ζήτημα της περιβαλλοντικής μετανάστευσης που η χώρα μας το αντιλαμβανόταν κυρίως ως γεωπολιτικό πρόβλημα και ιδιαίτερα ως πρόβλημα μεταξύ της χώρας μας και της Τουρκίας.
Η έννοια της «περιβαλλοντικής» ή «κλιματικής» μετανάστευσης (δηλαδή της εθελοντικής μετακίνησης των ανθρώπων), αλλά σε μεγάλο βαθμό «κλιματικής προσφυγιάς» (δηλαδή της αναγκαστικής μετακίνησης λόγω ανωτέρας βίας, όπως πολέμων ή κλιματικών αιτίων) δεν φάνηκε να απασχολεί τους «αρμόδιους». Αυτό όταν σύμφωνα με τον ΟΗΕ οι κλιματικοί μετανάστες ή πρόσφυγες στην Ευρώπη το 2020 ήταν περίπου 8,2 εκατ., δηλαδή όσο περίπου ο πληθυσμός της Ελλάδας.
Παράλληλα, οι ίδιοι οργανισμοί εκτιμούν ότι μέχρι το 2050 σε παγκόσμιο επίπεδο θα μεταναστεύσουν 1.2 δισ. άνθρωποι. Επίσης, με άλλο άρθρο μας τον Ιούλιο («Ε», 17-7-23, Κλιματικοί Προσφυγές – Ένα Νέο Παγκόσμιο Πρόβλημα), με αφορμή το ναυάγιο της Πύλου (αλήθεια το θυμάται κανένας από τους «αρμόδιους» και τι αποκομίσαμε από το τραγικό αυτό γεγονός) ξανατονίσαμε την ανάδειξη του νέου, παγκόσμιας σημασίας, προβλήματος, συνδυάζοντάς το μάλιστα με το δημογραφικό μας ζήτημα και ιδιαίτερα με την έλλειψη εργατικών χεριών, που η χώρα προσπαθεί να το αντιμετωπίσει με «εισαγωγή εργατών» από την Ασία.
Αυτά αναφέρονται για να μη ξανακουστούν οι γνωστές κοινοτυπίες και δικαιολογίες του τύπου ότι αυτά είναι «πρωτόγνωρα φαινόμενα», διότι, δυστυχώς, αυτά συνιστούν τη νέα πραγματικότητα που βιώνει ο πλανήτης. Όλα αυτά έρχονται στην επικαιρότητα με ανάλγητο κοινωνικά τρόπο με όσα βιώνουν, εκτός όλων των δραματικών συνεπειών (απώλειες ανθρώπινων ζωών, πλήρης καταστροφή της περιουσίας τους, έκθεση σε σοβαρό κίνδυνο για την υγεία τους, πλήρες αδιέξοδο της ζωής τους) οι πλημμυροπαθείς της Θεσσαλίας.
Στις 12/9/23, σύμφωνα με σχετικό Δελτίο Τύπου, το Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου σε συνεννόηση με το Υπουργείο Εσωτερικών και το Υπουργείο Πολιτικής Προστασίας αποφάσισε την «παραχώρηση της Δομής στο Κουτσόχερο για τη στέγαση των πλημμυροπαθών» και σε «συνεργασία με την 1η Στρατιά παρασχέθηκαν είδη πρώτης ανάγκης και υλικά».
Για να υλοποιηθεί αυτή η απόφαση προηγήθηκε η «μεταφορά» 900 περίπου «φιλοξενούμενων» αιτούντων άσυλο σε άλλες δομές νοτιότερα της περιοχής». Σημειώνεται ότι, όπως είναι απολύτως φυσιολογικό, οι άνθρωποι αντιδρούν, ζητώντας διαφορετική μεταχείριση και όχι «μεταφορά» σε δομές που έγιναν για αντιμετώπιση άλλων τελείως διαφορετικού χαρακτήρα ζητημάτων (το ζήτημα ανέδειξε και η «Ε», 24-9-23).
Σ’ αυτό το σημείο αναδεικνύεται ανάγλυφα το νέο παγκόσμιας σημασίας πρόβλημα της κλιματικής δικαιοσύνης, το οποίο στην πιο απλοποιημένη και ταυτόχρονα δραματική έκφραση μπορεί να διατυπωθείμε το ερώτημα τι φταίει για το πρόβλημα της κλιματικής κρίσης, για παράδειγμα, ο κάτοικος της Φαρκαδόνας (φωτ. 1) ή του Βλοχού (φωτ. 2) που έχει χάσει τα πάντα για να πληρώνει για το πρόβλημα που δημιούργησαν άλλοι; (Βλ. άρθρο «Ε», 4-9-23, Η Κλιματική Αλλαγή με μια άλλη ματιά: Ποιοι την προκαλούν και ποιοι υφίστανται τις συνέπειές της).
Ακόμα περισσότερο και χειρότερο γιατί η Πολιτεία τον αντιμετωπίζει με αυτόν τον ανάλγητο τρόπο να τον υποβιβάζει σε αντικείμενο «μεταφοράς» σε χώρους που δεν πλησιάζουν τις στοιχειώδεις συνθήκες που είχαν προηγουμένως οι ίδιοι δημιουργήσει για τη ζωή τους.
Ποιο αίσθημα ασφάλειας και ποια εμπιστοσύνη να έχει ο πολίτης σε μια τέτοια Πολιτεία, που, όταν χωρίς να φταίει σε τίποτα, τον μεταχειρίζεται ως πρόσφυγα στην ίδια του την πατρίδα;
Συμπεραίνοντας ένα από αυτά τα νέα σοβαρά προβλήματα που δημιουργεί η Κ.Α. είναι και η Κλιματική Προσφυγιά που οδηγεί πολίτες σε αναγκαστική μετακίνηση εντός και εκτός της Χώρας για να εξασφαλίσουν την επιβίωσή τους, αυτούς που η Πολιτεία, μη έχοντας κάποιο σχέδιο, τους «μεταφέρει» άρον-άρον σε δομές φιλοξενίας μεταναστών.
Δυστυχώς, από τα αποτελέσματα που βιώνουμε σε όσα σχετίζονται με την Κ.Α. δεν μπορούμε να αισιοδοξούμε ως πολίτες. Αυτό, όμως, που πρέπει να μας προβληματίσει όλους είναι ποια πρέπει να είναι η δική μας στάση ως ενεργοί και ενημερωμένοι πολίτες, που κατανοούν τη σημασία των επερχόμενων δραματικών αλλαγών που θα φέρει στις ζωές των ανθρώπων σε όλα τα επίπεδα η Κλιματική Αλλαγή.
*Γεωπόνος Δρ. Εδαφολογίας, πρ. Διευθυντής του Ινστιτούτου Βιομηχανικών και Κτηνοτροφικών Φυτών του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ, Επιστημονικός Συνεργάτης του ΕΝΑ
πηγή: (eleftheria.gr)
Σχόλια