«Σουσάμι …άνοιξε» αναμένεται να πουν τα επόμενα χρόνια ολοένα περισσότεροι ΄Ελληνες καλλιεργητές, επιδιώκοντας να αντικαταστήσουν με εγ...
«Σουσάμι …άνοιξε» αναμένεται να πουν τα επόμενα χρόνια ολοένα περισσότεροι ΄Ελληνες καλλιεργητές, επιδιώκοντας να αντικαταστήσουν με εγχώρια, δική τους παραγωγή, ένα σημαντικό μέρος των εισαγωγών του συγκεκριμένου προϊόντος -ύψους 60 εκατ. ευρώ- που πραγματοποιεί ετησίως η Ελλάδα. Κάθε χρόνο εισάγονται στην Ελλάδα τουλάχιστον 40.000 τόνοι σουσαμιού, ποσότητα που θα μπορούσε κάλλιστα να αντικατασταθεί από εγχώρια παραγωγή, αν περισσότεροι καλλιεργητές στρέφονταν σε αυτή την καλλιέργεια, όπως επισήμανε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο γεωπόνος, πρώην διευθυντής του Ελληνικού Γεωργικού Οργανισμού (ΕΛΓΟ) «Δήμητρα», Αβραάμ Νικολαϊδης.
Μάλιστα, σε μια εποχή που τα ελληνικής παραγωγής προϊόντα κεδίζουν με διαφορά την ψήφο εμπιστοσύνης των καταναλωτών της χώρας, αναρωτιέται κάποιος πόσο μεγαλύτερη δημοτικότητα θα απολάμβανε το κουλούρι Θεσσαλονίκης αν το …σουσάμι που το διακοσμεί ήταν ελληνικής προέλευσης, καθώς και ποια θα ήταν τα οικονομικά οφέλη για τους παραγωγούς, που θα μπορούν να διαθέτουν το προϊόν τους με όρους συμβολαιακής γεωργίας.
Οπως εξήγησε ο κ. Νικολαϊδης, οι Έλληνες εισαγωγείς σουσαμιού, αγοράζουν με 1,5 ευρώ/κιλό , ενώ όπως διευκρίνισε, «οι λίγοι Έλληνες παραγωγοί σουσαμιού στη χώρα μας σήμερα, έχουν καταφέρει την πώληση της παραγωγής τους και στο ποσό των 2 ευρώ/κιλό, λόγω της ποιότητάς του». Γνωστοποίησε δε ότι εάν στη χώρα μας οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις με σουσάμι ξεπεράσουν τα 300.000 στρέμματα, τότε δεν θα υπάρχει ανάγκη εισαγωγών, αφού θα «είμαστε αυτάρκεις».
Στο πλαίσιο αυτό, καθίσταται αμέσως σαφές ότι η καλλιέργεια σουσαμιού στη χώρα μας, ειδικότερα για τη Βόρεια Ελλάδα, τα εδάφη της οποίας προσφέρονται για την παραγωγή του, βρίσκεται πολύ ψηλά στη λίστα με τις εναλλακτικές καλλιέργειες που εμφανίζουν μεγάλες προοπτικές ανάπτυξης, σύμφωνα με τον κ. Νικολαϊδη.
Μεταξύ άλλων, σημείωσε ότι το ακαθάριστο κόστος παραγωγής, δηλαδή αυτό που δεν περιλαμβάνει το ενοίκιο του εδάφους που χρησιμοποιεί ο παραγωγός και την εργασία, ανέρχεται για την καλλιέργεια σουσαμιού στα 81 ευρώ/στρέμμα, ενώ τόνισε ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως δεύτερη απασχόληση για έναν αγρότη, αφού η σπορά του ξεκινά τον Ιούνιο και η συγκομιδή γίνεται τον Οκτώβριο. Τονίζεται δε ότι με μία μέση στρεμματική παραγωγή 150-200 κιλά από την οποία μπορούν να παραχθούν 65-70 λίτρα σησαμέλαιου, η καλλιέργεια του σουσαμιού μπορεί να αποφέρει ένα εισόδημα έως και 400 ευρώ ανά στρέμμα.
Πάντως, οι Βορειοελλαδίτες καλλιεργητές εκδηλώνουν έντονο το ενδιαφέρον τους για συλλογή των απαραίτητων πληροφοριών από τους γεωπόνους και δεν αποκλείεται «από φέτος κιόλας τα στρέμματα που καλλιεργούνται στη χώρα μας να αυξηθούν σημαντικά», υπογράμμισε. Σήμερα, ανέρχονται σε 5.000 στρέμματα και τα μισά καλλιεργούνται στον Έβρο, ενώ τα υπόλοιπα στις Σέρρες, τη Δράμα και μερικά “ελάχιστα στην Λήμνο”, τόνισε ο ίδιος.
Τονίζεται δε ότι σύμφωνα με τον κ. Νικολαϊδη, την τελευταία διετία βρέθηκαν δύο είδη καλλιέργειας σουσαμιού μηχανικής συγκομιδής, που έχουν απόδοση διπλάσια, έως και τριπλάσια ποσότητα ανά στρέμμα, τη στιγμή που η ξηρική αυτή παραγωγή δίνει 50 κιλά/στρέμμα σε χώρες όπως το Σουδάν, η Αιθιοπία και η Ινδία.
Υπογραμμίζεται, σύμφωνα με τον ίδιο, ότι στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, έχει συσταθεί ομάδα εργασίας που διερευνά την ενδεχόμενη ύπαρξη και άλλων ειδών σουσαμιού σε επίπεδο ΕΕ και επισημαίνεται ότι εφόσον συμπεριληφθούν κάποια στον σχετικό ευρωπαϊκό κατάλογο, τότε η καλλιέργεια θα μπορεί να επιδοτείται κιόλας. Καλλιέργεια με μέλλον και υψηλά κέρδη το σουσάμι
Πρόκειται για ένα φυτό η καλλιέργεια του οποίου δεν έχει ιδιαίτερες απαιτήσεις, ενώ μπορεί να αποδώσει ακόμη και σε συνθήκες ξηρασίας. Στο παρελθόν το σουσάμι καλλιεργείτο ευκαιριακά στην Ελλάδα, ως καλλιέργεια δηλαδή που μπορούσε να μπει σε αντικατάσταση της αγρανάπαυσης. Στη δεκαετία του 1970 έφθασε να καλλιεργείται συνολικά σε έκταση 200.000 – 300.000 στρεμμάτων, αλλά στα επόμενα χρόνια μειώθηκαν σταδιακά οι καλλιεργούμενες εκτάσεις, ως αποτέλεσμα του ότι οι κοινοτικές επιδοτήσεις που άρχισαν να δίνονται από το 1981 σε ανταγωνιστικές προς το σουσάμι καλλιέργειες όπως αραβόσιτος και ζαχαρότευτλα, αλλά και λόγω του ότι το σουσάμι δεν εντάχθηκε στην Κοινή Αγροτική Πολιτική στα ελαιούχα φυτά, όπως είναι η σόγια, η ελαιοκράμβη και ο ηλίανθος.
Το φυτό είναι ανθεκτικό στην ξηρασία και μπορεί να αποδώσει ικανοποιητικά ακόμα και όταν μπορεί να χρησιμοποιήσει μόνο το αποθηκευμένο νερό. Το εύρος των εδαφών που είναι κατάλληλα για την καλλιέργειά του είναι μεγάλο, ενώ καλλιεργείται και σε ψυχρότερες περιοχές ως καλοκαιρινή καλλιέργεια.
Το σουσάμι χρειάζεται για την ολοκλήρωση του βιολογικού του κύκλου υψηλές θερμοκρασίες. Το ιδανικό εύρος θερμοκρασιών είναι 26-30 βαθμοί Κελσίου. Η χαμηλότερη θερμοκρασία για την έναρξη της βλάστησης είναι 12 C.
Το σουσάμι και τα προϊόντα του αποτελούν τρόφιμα υψηλής θρεπτικής αξίας. Ο σησαμόσπορος, καρπός του φυτού σησάμι, αποτελεί την πρώτη ύλη για την παρασκευή του ταχινιού και του χαλβά. Οι κυριότερες χώρες που καλλιεργείται το σουσάμι είναι μεταξύ άλλων, Ινδίες, Κίνα, ΗΠΑ, Σουδάν, Τουρκία και το Μεξικό.
Το σουσάμι κατάγεται από τις θερμές περιοχές της Ασίας. Η καλλιέργειά του έχει σκοπό την παραγωγή των ελαιούχων σπόρων του. Οι σπόροι του σουσαμιού έχουν μεγάλη περιεκτικότητα σε έλαιο που φθάνει το 45-60%. Το σησαμέλαιο χρησιμοποιείται στη βιομηχανία τροφίμων, τη ζαχαροπλαστική, την κονσερβοποιία. Επίσης χρησιμοποιείται για την παραγωγή σαπουνιών και χρωμάτων.
zougla
Σχόλια