Ο προϊστάμενος του Κέντρου Βάμβακος και Τυποποίησης μιλά στο formedia για την βαμβακοκαλλιέργεια στη χώρας και μας ξεναγεί στα “άδυτα” του Κ...
Ο προϊστάμενος του Κέντρου Βάμβακος και Τυποποίησης μιλά στο formedia για την βαμβακοκαλλιέργεια στη χώρας και μας ξεναγεί στα “άδυτα” του Κέντρου εκεί όπου γίνεται η ανάλυση του “λευκού χρυσού”.
Γλυκόπικρη ήταν η φετινή χρονιά για τους βαμβακοπαραγωγούς στη Θεσσαλία την ίδια στιγμή που οι αγρότες καλούνται να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής και να βελτιώσουν το προϊόν τους σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον. Αυτές είναι μερικές από τις παρατηρήσεις για το ελληνικό βαμβάκι που μοιράζεται με το formedia ο Δρ. Νταράουσε Μωχάμεντ. Απο το 1994 ο 60χρονος σήμερα επιστήμονας, μελετά τη βαμβακοκαλλιέργεια στην Ελλάδα. Το 2004 ορίστηκε από τον ΕΛΓΑ προϊστάμενος του Κέντρου Βάμβακος ενώ τα τελευταία πέντε χρόνια έχει ρίξει το βάρος στην ανάλυση του βαμβακιού παρουσιάζοντας τις παθογένειες της ελληνικής βαμβακοκαλλιέργειας και προτείνοντας λύσεις που θα το καταστήσουν πιο ανταγωνιστικό.

Συναντήσαμε τον Δρ. Νταράουσε στο Κέντρο Βάμβακος στην Καρδίτσα όπου μας μίλησε για τη φετινή παραγωγή του βαμβακιού, τους κινδύνους στην καλλιέργεια από την κλιματική αλλαγή και τις αλλαγές που πρέπει να κάνουν οι παραγωγοί για να κάνουν περισσότερο ανταγωνιστικό το προϊόν τους.
Κ. Νταράουσε πως κινήθηκε η φετινή βαμβακοπαραγωγή στη Θεσσαλία και πως κρίνεται την τιμή;
Η τιμή μας αιφνιδίασε όλους. Έφτασε 0,73-0,74 λεπτά το σύσπορο. Αυτή η τιμή βγαίνει δύο φορές στα 20-30 χρόνια. Δεν περίμενε κανείς ότι η τιμή του βαμβακιού θα φτάσει μέχρι εκεί. Αυτό ήταν πάρα πολύ θετικό για τους αγρότες.
Σχετικά με την παραγωγή. Φέτος δεν είχαμε καλή χρονιά λόγω του καύσωνα. Για περίπου 15-16 ήμερες είχαμε πολύ υψηλές θερμοκρασίες κυρίως στη Θεσσαλία και στη Στερεά Ελλάδα. Ο καύσωνας επηρέασε πάρα πολύ τη παραγωγή, όπως επίσης και κάποια κρούσματα από πράσινο και ρόδινο σκουλήκι κυρίως στη Λάρισα.

Η παραγωγή θα μπορούσα να πω ότι πήγε απ’ το μέτριο στο όχι τόσο καλό και αυτό αντισταθμίζεται με την τιμή της αγοράς και ευτυχώς δηλαδή γιατί υπάρχει μεγάλη γκρίνια στους παραγωγούς και έχουν απόλυτο δίκαιο σ αυτό γιατί είμαστε η πρώτη χώρα στο κόσμο σε κόστος παραγωγής. Είναι πολύ ακριβό το βαμβάκι που παράγουν οι αγρότες σε σχέση με άλλες χώρες και αυτό είναι ένα σοβαρό πρόβλημα και ευτυχώς που υπάρχει επιδότηση αλλιώς δεν θα υπήρχε βαμβάκι στην Ελλάδα. Δε συμφέρει για την Ελλάδα να βάζει βαμβάκι χωρίς επιδότηση, δε θα ήταν βιώσιμη η καλλιέργεια.
Πως ακριβώς επηρέασαν οι καύσωνες την παραγωγή;
Ξέρουμε ότι πάνω από 37-38 βαθμούς το βαμβάκι δεν φωτοσυνθέτει, σταματάει δηλαδή η φωτοσύνθεση που είναι η παραγωγή οργανικών ουσιών που τροφοδοτούν τα καρύδια, τα φυλλα κτλ. Αυτό είναι αρνητικό σημείο. Μπορεί το βαμβάκι να αντέχει και να έχει ανθεκτικότητα στις υψηλές θερμοκρασίες αλλά όχι όταν μένει για πολλές μέρες σε υψηλές θερμοκρασίες. Το δεύτερο στοιχείο είναι ότι είχαμε πολύ μεγάλες διαφορές μεταξύ θερμοκρασίας νύχτας και ημέρας. Έβλεπες δηλαδή 37-38 βαθμούς την ημέρα και το βράδυ η θερμοκρασία έπεφτε στους 12-13. Έχουμε μεγάλες μεταβολές στη θερμοκρασία και αυτό επηρεάζει την ανάπτυξη του φυτού.
Οι μεγάλης διαρκείας καύσωνες, οι βροχές και άλλα φαινόμενα που παρατηρούνται και με την κλιματική αλλαγή επιδρούν αρνητικά στην παραγωγή. Πως μπορεί να προστατευτεί ο παραγωγός;
Πριν από κάποια χρόνια, κανένας δεν πίστευε για την κλιματική αλλαγή. Τώρα το ζούμε και είναι ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα. Εκεί πρέπει να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε, πως μπορούμε να προσαρμόσουμε την καλλιέργεια. Αυτό που μπορούμε να κάνουμε μάλλον είναι να μειώσουμε το ρίσκο από την κλιματική αλλαγή και αυτό μπορεί να γίνει μόνο αν μπορέσουμε να βρούμε κάποιες ποικιλίες με μικρότερο κύκλο παραγωγής ή να διαχειριστούμε την καλλιέργεια σε μικρότερο κύκλο παραγωγής δηλαδή να κάνουμε μια θυσία στην παραγωγή 10% και να πάμε σε πιο μικρό κύκλο, να προλάβουμε να μην είναι εκτεθειμένη η καλλιέργεια σε μεγάλους κινδύνους. Αυτή είναι μια πρόταση και ειδικά για μας σαν χώρα που είμαστε οριακή για το βαμβάκι, πάντα λέω ότι έξυπνος παραγωγός είναι αυτός που θα βγάλει πρώτος το βαμβάκι. Είναι ένα σοβαρό πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε τα επόμενα χρόνια.
Ταυτόχρονα στη Θεσσαλία είναι γνωστό και το υδατικό πρόβλημα
Σωστά, αυτό είναι πάρα πολύ σοβαρό θέμα. Ξέρω ότι ειδικά η Λάρισα έχει σοβαρό πρόβλημα γι’ αυτό εξάλλου το βαμβάκι έφυγε από την περιοχή. Πέρα από τη διαθεσιμότητα του νερού, και το κόστος του νερού είναι πάρα πολύ ακριβό λόγο του ότι χρησιμοποιούν το ρεύμα. Δηλαδή ξεκινάει το κόστος άρδευσης από το 0 όπως είναι εκεί που ποτίζουν από τη λίμνη Πλαστήρα και φτάνει μέχρι 70 ευρώ το στρέμμα. Στη Λάρισα είναι ακριβό το νερό γι’ αυτό μειώθηκε τόσο πολύ η καλλιέργεια. Είχε 1.000.00 στρέμματα και τώρα έχει όσο η Καρδίτσα περίπου 350-400 χιλιάδες.
Με βάση και με αυτά τα προβλήματα πως μπορεί να γίνει το βαμβάκι ανταγωνιστικό στις διεθνείς αγορές;
Για να κάνεις οποιοδήποτε προϊόν ανταγωνιστικό πρέπει να παράγεις για την αγορά. Εμείς δεν παράγουμε για την αγορά. Ας ξεκινήσω από τους βαμβακοπαραγωγους. Τον βαμβακοπαραγωγό δεν τον ενδιαφέρει η αγορά, δεν ξέρει τι είναι η αγορά και δεν είναι εκπαιδευμένος για τις χρήσεις του βαμβακιού. Παράγει για τον εκκοκιστή και ο εκκοκιστής δεν είναι ο χρήστης του προϊόντος. Ο εκκοκιστής είναι ο μεσολαβητής, τον ενδιαφέρει να εκκοκίσει το βαμβάκι και να το πουλήσει.

Το πρόβλημα είναι ότι δεν έρχεται σε επαφή ο παραγωγός με τον χρήστη. Ο παραγωγός βέβαια για να πάει στην αγορά έτσι όπως είναι τώρα η κατάσταση δεν μπορεί να πάει. Το βαμβάκι πρέπει να παράγεται σε μεγάλες ποσότητες αλλιώς ένας παραγωγός από μόνος του δεν μπορεί να κάνει κάτι. Πρέπει να υπάρχουν ομάδες, συλλογικά σχήματα για να μπορέσουμε να φέρουμε τα σχήματα αυτά των παραγωγών στο χρήστη μέσα από τον εκκοκιστή. Χρειάζεται μια εθνική στρατηγική ή καλύτερη οργάνωση της παραγωγής και καλύτερες σχέσεις παραγωγών και εκκοκκιστών που δεν υπάρχει σήμερα.
Πρέπει να πάμε σε μια άλλη οργάνωση της παραγωγής. Ξεκινάμε από τη βάση που είναι οι αγρότες. Πρέπει να συνεργαστούν μεταξύ τους και να κάνουν μεγάλα σχήματα για να παράγουν μια καλή και μετρήσιμη ποσότητα. Εμείς αυτή τη στιγμή παράγουμε για την Τουρκία με αυτή την ποιότητα. Αν θέλουμε να πάμε σε μια άλλη αγορά δεν μπορούμε να πάμε με τη σημερινή ποιότητα του ελληνικού βαμβακιού γιατί δεν έχουμε καλό κυτίο χρώματος. Οι άλλες αγορές στην Ασία για παράδειγμα θέλουν καλό κυτίο χρώματος το οποίο είναι πάρα πολύ σημαντικό καθώς συμμετέχει στο 60% της τιμής.
Που οφείλεται το κακό κυτίο χρώματος στην Ελλάδα;
Οφείλεται στη κακή διαχείριση του προϊόντος. Για παράδειγμα όταν είναι βρεγμένο το βαμβάκι και μένει 3-4 μέρες με υγρασία πάνω από 12-13 βαθμούς αυτό ζυμώνεται και γίνεται κηλιδωμένο και το χρώμα του κυτίου χαλάει μαζί με άλλα ποιοτικά χαρακτηριστικά. Ενώ έχει βελτιωθεί η ποιότητα χάνεται το πλεονέκτημα στην οργάνωση. Είμαστε καλοί παραγωγοί αλλά δεν υπάρχει η οργάνωση για να φτιάξουμε ένα δυνατό brand name. Ακόμα και ατομικά αν εσύ βγάζεις το καλύτερο βαμβάκι με ποιότητα, δεν βγάζουν όλοι το καλύτερο. Έρχεται ο μεσίτης παίρνει το δικό σου, παίρνει του άλλου που είναι βρεγμένο, κάνει έναν αχταρμά και το πάει στον εκκοκιστή. Ο εκκοκιστής κάνει άλλο αχταρμά. Αυτό το προϊόν δεν τυποποιείται και το καταλαβαίνω από το εργαστήριο. Μπορείς να μετρήσεις ένα δείγμα και να σου βγάλει αντοχή 32, το ξαναμετράς σου βγάζει 27, ε πως να το χειριστεί ο κλώστης αυτό το πράγμα;
Αυτή είναι η ουσία της υπεραξίας. Υπεραξία είναι η αγορά. Αν εσύ δεν κάνεις αυτό που θέλω ακριβώς εγώ, δε θα σε πληρώσω. Άρα εγώ πρέπει να φέρω τον παραγωγό σε επαφή με τον χρήστη, να τον εκπαιδεύσω τι σημαίνει αγορά. Για να φέρουμε τον παραγωγό όμως σε επαφή με τον χρήστη πρέπει να παράγει μια μετρήσιμη ποσότητα αλλιώς δεν τον ακούει ένα κλωστήριο. Πρέπει να έχεις 10-11.000 στρέμματα για να το κάνεις. Έτσι όπως είμαστε με τα 200 τα 500 και τα 600 στρέμματα και δεν υπάρχει οργάνωση δεν υπάρχει σχέδιο, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα. Πρέπει να ξεκινήσουμε από την οργάνωση, τα άλλα είναι απλά.

Διαλύοντας εθνικούς μύθους
Στο 1ο χλμ. Καρδίτσας-Μητρόπολης βρίσκεται το Εθνικό Κέντρο Ποιοτικού Ελέγχου, Ταξινόμησης & Τυποποίησης Βάμβακος. Το Κέντρο μεταξύ άλλων είναι αρμόδιο για την διενέργεια της Ταξινόμησης- Τυποποίησης βάμβακος σε επίπεδο χώρας την άσκηση του ρόλου της διαιτησίας και την οργάνωση δράσεων που σχετίζονται με την βελτίωση της ποιότητας και ανταγωνιστικότητας του προϊόντος, όπως η ενημέρωση των βαμβακοπαραγωγών και μεταποιητών βάμβακος, η εκτέλεση εθνικών αναπτυξιακών και εκπαιδευτικών προγραμμάτων και ερευνητικών έργων.
Από το 2016 το καταρτισμένο προσωπικό του Κέντρου χρησιμοποιεί μηχανήματα υψηλής τεχνολογίας και αναλύει κάθε χρόνο το βαμβάκι που καλλιεργείται στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τον κ. Νταράουσε τα δεδομένα της ανάλυσης δείχνουν ότι το ελληνικό βαμβάκι έχασε την ποιότητα που το χαρακτήριζε τη δεκαετία του ‘80.
“Έχουμε μείνει στο παρελθόν ότι έχουμε το καλύτερο βαμβάκι στο κόσμο και ακόμα συνεχίζουμε να το λέμε. Δε στέκει αυτό από τα δεδομένα που παρουσιάζω κάθε χρόνο. Τα συμπεράσματα από την ανάλυση είναι ότι έχουμε πολύ καλά ποιοτικά χαρακτηριστικά όσον αφορά την αντοχή και το μήκος της ίνας βαμβακιού.” μας εξηγεί ο κ. Νταράουσε και συνεχίζει: “Εκεί που χάνουμε είναι στο κυτίο χρώματος καθώς και στις αυξημένες ξένες ύλες. Επίσης τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί η μόλυνση που είναι ένα πολύ σοβαρό παγκόσμιο θέμα. Πρέπει λοιπόν να διορθώσεις αυτά τα δύο πράγματα και να προσέξεις το τρίτο, τη μόλυνση για να πεις ότι έχεις το καλύτερο βαμβάκι”.
Κλείνοντας τη συνέντευξη ρωτήσαμε τον κ. Νταράουσε αν το ελληνικό βαμβάκι εξακολουθεί να αποτελεί το “λευκό χρυσό” για τη χώρα μας ή αν κινδυνεύει να “ξεθωριάσει”.

“Πρέπει να πάμε σε κάποιο άλλο μοντέλο από το συνηθισμένο, το σημερινό. Πρέπει να βγάλεις εξαιρετική ποιότητα για να έχεις μια υπεραξία. Το άλλο είναι ότι για αυτό το βαμβάκι ίσως να μη χρειάζονται τα 3 εκατομμύρια στρέμματα. Είχα προτείνει παλιά να πάμε στα 2 εκατ. το πολύ, να διαπραγματευτούμε με την Ε.Ε όπως έκανε η Ισπανία και να μοιραστούν τα λεφτά σε λιγότερους παραγωγούς στις περιοχές που μπορεί να παραχθεί καλύτερο βαμβάκι.” τονίζει ο κ. Νταράουσε και επανέρχεται στο θέμα της συνεργασίας και την κρισιμότητα της για το μέλλον της βαμβακοκαλιέργειας:
“Εγώ γυρνάω όμως στη βάση. Πρέπει να βάλεις τον αγρότη στο τζόγο. Ότι δεν είναι ένας απλός εργάτης γης. Πρέπει να είναι παραγωγός. Παραγωγός είναι αυτός που ενδιαφέρεται, βγάζει ένα καλό προϊόν, μαθαίνει για την αγορά. Πρέπει να αλλάξει η σημερινή νοοτροπία. Πρέπει να προχωρήσουμε το θέμα της συνεργασίας. Η συλλογικότητα είναι σημαντική. Στα προϊόντα που πρέπει να παράγονται μεγάλες ποσότητες για να είναι μετρήσιμα στην αγορά όπως το βαμβάκι είναι σημαντική η συνεργασία. Το βαμβάκι είναι δύσκολο προϊόν αλλά είναι πολύ σημαντικό για την Ελλάδα. Με την οικονομική κρίση το βαμβάκι στήριξε τη χώρα. Έχει μεγάλο κύκλο εργασίας, δουλεύουν 15-20 επαγγέλματα γύρω από το βαμβάκι που δε φαίνονται, υπάρχουν 67 εκκοκκιστήρια, έχουμε επενδύσει πολλά λεφτά σ αυτό τον τομέα. Θέλει όμως δουλειά.
Φώτο και βίντεο: Κωνσταντίνος Κοντοκώστας -formedia.gr
ΠΗΓΗ:thessaliatv.gr
Σχόλια