Του Γ. Γκαντέλου Συζήτηση έχει ξεκινήσει το τελευταίο διάστημα σε κύκλους αγροτών, κτηνοτρόφων και εμπόρων, για τις συνέπειες του Πολέμου στ...
Συζήτηση έχει ξεκινήσει το τελευταίο διάστημα σε κύκλους αγροτών, κτηνοτρόφων και εμπόρων, για τις συνέπειες του Πολέμου στην Ουκρανία, για την επάρκεια των σιτηρών και άλλων αγροτικών προϊόντων, καθώς και την τιμή πώλησής τους.
Από τη μία οι αγρότες βρίσκονται αντιμέτωποι με πρωτοφανείς και υπέρογκες αυξήσεις, όπως στο πετρέλαιο, τα αγροεφόδια και την ηλεκτρική ενέργεια και καλούνται να λύσουν την εξίσωση των συνεχών ανατιμήσεων, και σε ποια τιμή θα καταφέρουν στο τέλος της καλλιεργητικής περιόδου να πουλήσουν το προϊόν τους, με τον φόβο πάντα να μην βγουν ελλειμματικοί, σε σχέση με τα έξοδα παραγωγής που πραγματοποίησαν κατά τη διάρκεια της καλλιεργητικής περιόδου, καθώς τα τελευταία χρόνια το περιθώριο κέρδους έχει συρρικνωθεί σημαντικά.
Η λίπανση των σιτηρών έχει εκτοξευθεί από τα 300-400 ευρώ/τόνο κοντά στα 1.100 ευρώ/τόνο, ενώ το πετρέλαιο κίνησης «άγγιξε» το 1,80 ευρώ/λίτρο, εκτοξεύοντας το κόστος παραγωγής, τιμή που την ίδια περίοδο πέρυσι κυμαινόταν κοντά στο 1,15 ευρώ/λίτρο. Όσον αφορά τα αγροεφόδια, για παράδειγμα το λίπασμα, απαιτείται άμεση ρευστότητα -που στην πραγματικότητα δεν υπάρχει από κανένα- τόσο από τους αγρότες που πάνε να εφοδιαστούν, όσο και για τους επαγγελματίες των γεωπονικών γραφείων που πάνε να προμηθευτούν από τις εταιρείες.
Από την άλλη στην αγορά ακούγεται ότι οι φετινές τιμές των σιτηρών θα αυξηθούν, με ό,τι αυτό συνεπάγεται στο ράφι για τον καταναλωτή. Η Ελλάδα παράγει περισσότερο σκληρό σιτάρι και διαθέτει επαρκείς ποσότητες από το συγκεκριμένο είδος για εξαγωγές, για την παραγωγή ορισμένων ειδών ψωμιού και το υπόλοιπο χρησιμοποιείται για την παραγωγή ζυμαρικών στην Ιταλία. Στο μαλακό σιτάρι όμως η Ελλάδα υστερεί, καθώς παρουσιάζεται ελλειμματική και χρειάζεται εισαγωγή από το συγκεκριμένο είδος για την παραγωγή πολλών ειδών ψωμιού, ζαχαροπλαστικής και αλεύρων. Το συγκεκριμένο σιτάρι παράγεται σε χώρες, όπως η Ρωσία, Ουκρανία, Γαλλία, Γερμανία και χώρες των Βαλκανίων.
Είναι γνωστό άλλωστε, ότι όσο σιτάρι εξάγει η Ρωσία, δεν εξάγουν όλες οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες μαζί, όπως και ότι η Ουκρανία θεωρείται ο «σιτοβολώνας της Ευρώπης», όπου μια παρατεταμένη σύγκρουση μεταξύ των δύο χωρών θα «πλήξει» άμεσα την εφοδιαστική αλυσίδα τροφίμων. Οι αυξήσεις όμως, αυτήν την περίοδο είναι χειροπιαστές στην αγορά (ενέργεια, πετρέλαιο, εφόδια), αλλά δεν έχουν αποτυπωθεί ακόμα στην τιμή του σιταριού που διαμορφώνεται σήμερα περίπου στα 0,45 λεπτά/ευρώ (450 ευρώ/τόνος), τιμή χαμηλή σε σχέση με την φετινή «έκρηξη» των τιμών.
Ιδιαιτέρως ανησυχητική και κρίσιμη για τον πρωτογενή τομέα, χαρακτήρισε τη φετινή καλλιεργητική περίοδο, με τα όσα συμβαίνουν, τόσο σε ενεργειακό, όσο και σε γεωπολιτικό επίπεδο, ο εκπρόσωπος τύπου της ΕΟΑΣΝΛ και αγρότης στο επάγγελμα κ. Σωκράτης Αλειφτήρας. Εκτιμά ότι δεν μπορεί κανείς να προβλέψει τις τιμές που θα υπάρχουν το ερχόμενο καλοκαίρι - φθινόπωρο, έστω και κατά προσέγγιση, βρίσκοντας τους αγρότες εκτεθειμένους για ακόμη μια φορά και τους καταναλωτές, προ των πυλών σε δυσβάσταχτες τιμές στο ράφι των αγορών.
Με τον πόλεμο να συνεχίζεται στην Ουκρανία, το οποιοδήποτε σενάριο ή εκτίμηση για το πού θα κινηθεί η φετινή τιμή των σιτηρών, φαντάζει μη προβλέψιμο. Ανάλογη είναι η κατάσταση και σε άλλα προϊόντα, όπως το καλαμπόκι που παράγεται για ζωοτροφές στην κτηνοτροφία κ.ά. αγροτικά προϊόντα.
Του Γ. Γκαντέλου
πηγή: eleftheria.gr
Σχόλια